Τι είναι η Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή;
Ο όρος Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή περιλαμβάνει τις μεθόδους εκείνες που βοηθούν ένα ζευγάρι στην σύλληψη και επίτευξη της εγκυμοσύνης. Τέτοιες μέθοδοι είναι η παρακολούθηση ωορρηξίας και προγραμματισμένη επαφή, η σπερματέγχυση, και τέλος η εξωσωματική γονιμοποίηση. Η παρακολούθηση ωορρηξίας μπορεί να γίνει συνδυαστικά με υπερηχογραφικό έλεγχο και τεστ ωορρηξίας ώστε να προγραμματιστεί η επαφή του ζευγαριού τις ημέρες με τις μεγαλύτερες πιθανότητες σύλληψης. Η σπερματέγχυση είναι η διαδικασία κατά την οποία το σπέρμα μετά από ειδική επεξεργασία στο εργαστήριο μεταφέρεται εντός της μήτρας και αφού προηγουμένως έχει γίνει υπερηχογραφική παρακολούθηση της ωορρηξίας της γυναίκας. Εξωσωματική Γονιμοποίηση είναι η διαδικασία κατά την οποία η γονιμοποίηση του ωαρίου από το σπερματοζωάριο επιτυγχάνεται τεχνητά στο εργαστήριο. Στη συνέχεια, κάποιες μέρες αργότερα ο γιατρός μεταφέρει τα έμβρυα που έχουν δημιουργηθεί στην μήτρα.
Σε ποιους απευθύνεται η λύση της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής;
Απευθύνεται στα ζευγάρια τα οποία δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν με φυσική σύλληψη μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με τα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί παγκοσμίως, οφείλουμε να συμβουλεύσουμε ένα ζευγάρι (ηλικία γυναίκας κάτω των 35) που προσπαθεί για διάστημα μεγαλύτερο του έτους να προχωρήσει σε πιο εξειδικευμένο έλεγχο με εργαστηριακές και κλινικές εξετάσεις. Στη συνέχεια το ζευγάρι προχωράει σε διαδικασία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Έαν η ηλικία της γυναίκας είναι άνω των 35 ετών το διάστημα της προσπάθειας σύλληψης που λαμβάνουμε υπόψη είναι οι 6 μήνες. Τα κριτήρια αυτά ισχύουν για τα ζευγάρια στα οποία κανένας από τους δύο συντρόφους δεν έχει κάποιο ήδη υπάρχον ιατρικό θέμα που να επηρεάζει άμεσα την αναπαραγωγή. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η μέθοδος της σπερματέγχυσης και της εξωσωματικής γονιμοποίησης αφορούν και σε άτομα τα οποία επιλέγουν το σχήμα της μονογονεϊκής οικογένειας.
Πώς επιλέγει ο γιατρός την μέθοδο που θα ακολουθήσει το ζευγάρι;
Η μέθοδος της προγραμματισμένης επαφής και της σπερματέγχυσης αφορούν στα ζευγάρια τα οποία μετά τον έλεγχο πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
- παρουσία φυσιολογικού σπέρματος
- μία τουλάχιστον λειτουργική (διαβατή) σάλπιγγα
- επιβεβαίωση ωορρηξίας
Η εξωσωματική γονιμοποίηση επιλέγεται σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις ή οι παραπάνω μέθοδοι έχουν δοκιμαστεί κι αποτύχει, μετά από εύλογο χρονικό διάστημα.
Τί ακριβώς συμβαίνει κατά την διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης;
Ανάλογα με την περίπτωση ο γιατρός μπορεί να επιλέξει την λήψη ωαρίων είτε μετά από χορήγηση ορμονών (γοναδοτροφίνες) σε ενέσιμη μορφή, ειτε ακόμα και σε φυσικό κύκλο χωρίς την χορήγηση φαρμάκων. Στην περίπτωση του φυσικού κύκλου είναι απαραίτητη προυπόθεση η ύπαρξη ενός περιοδικού εμμηνορυσιακού κύκλου.
Η λήψη των ωαρίων γίνεται εύκολα με την χρήση διακολπικού υπεροχηγραφήματος κι εφόσον στην γυναίκα έχει χορηγηθεί ήπια αναισθησία (μέθη) προς αποφυγή οποιασδήποτε ενόχλησης ή πόνου. Στην συνέχεια ολοκληρώνεται η διαδικασία γονιμοποίησης των ωαρίων στο εμβρυολογικό εργαστήριο, έχοντας παραλάβει και το σπέρμα του συντρόφου.
Η διαδικασία ολοκληρώνεται με το τελικό στάδιο της μεταφοράς των εμβρύων στην μήτρα, λίγες μέρες μετά την ωοληψία.
Δύο εβδομάδες μετά την ημέρα της ωοληψίας η γυναίκα προβαίνει σε τεστ εγκυμοσύνης.
Η 1η θεραπεία εξωσωματικής αναφέρεται το 1978 (Steptoe and Edwards) και μάλιστα σε φυσικό κύκλο χωρίς χρήση ορμονών. Στα χρόνια βέβαια που ακολούθησαν έγινε ευρεία χρήση εξωγενών γοναδοτροφινων με στόχο την παραγωγή περισσότερων ωαρίων αλλά και περισσότερων εμβρύων και κατά συνέπεια υψηλότερων ποσοστών εγκυμοσύνης. Τελευταία γίνεται παγκοσμίως μια προσπάθεια μείωσης των υψηλών ποσοστών πολυδυμων κυήσεων (20-30%) και σε αυτό φαίνεται να βοηθούν τόσο η επιλογή μεταφοράς ενός μόνο εμβρύου καθώς και ο φυσικός κύκλος. Τα πλεονεκτήματα βέβαια είναι και άλλα: δεν απαιτείται χρήση ορμονών, η διαδικασία είναι λιγότερο χρονοβόρα και πιο φιλική για την ασθενή και σωματικά λιγότερο απαιτητική. Σημαντικό πλεονέκτημα αποτελεί και το οικονομικό κόστος που είναι σαφώς ελαττωμένο. Από έρευνες επίσης γίνεται αναφορά τόσο στην καλύτερη ποιότητα όσο και στην καλύτερη δεκτικότητα του ενδομητρίου προς τα έμβρυα, ενισχύοντας περισσότερο τα ποσοστά εμφύτευσης. Στα μειονεκτήματα βέβαια πρέπει να αναφέρουμε τα υψηλά ποσοστά ακύρωσης (εως 29%) λόγω πρόωρης ωορρηξίας. Έχουν αναπτυχθεί όμως μέθοδοι ώστε να μας βοηθήσουν να μειώσουμε τα ποσοστά αυτά. Να πούμε λοιπόν συμπερασματικά ότι ο φυσικός κύκλος εφόσον γίνει προσεκτική επιλογή των γυναικών έχει εξαιρετικά αποτελέσματα και αποτελεί επίσης ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια των ειδικών, ειδικά σε γυναίκες που έχουν αντένδειξη στην χρήση ορμονών.
Η διαδικασία του φυσικού κύκλου είναι απλή , γίνεται υπερηχογραφική παρακολούθηση του κυρίαρχου ωοθυλακίου που μεγαλώνει σε κάθε κύκλο της γυναίκας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για ένα κύκλο 26-28 ημερών η παρακολούθηση ξεκινάει την 7η-8η ημέρα, από εκεί και πέρα ο συνδυασμός διαστάσεων ωοθυλακίου και ίσως και της μέτρησης της ορμόνης LH , είτε στο αίμα , είτε με τεστ ωορρηξίας μπορούν να μας βοηθήσουν στο πότε θα προγραμματίσουμε την ωοληψία.
Η πρώτη αναφορά χρήσης προεμφυτευτικού ελέγχου (PGD) έγινε το 1990 από τον Handyside και τους συνεργάτες του και από τότε η τεχνική εφαρμόζεται ευρέως στον χώρο της εξωσωματικής . Ενδεικτικά κάποιες από τις ενδείξεις του προεμφυτευτικού ελέγχου είναι οι ανευπλοειδίες , μονογονιδιακά νοσήματα ( β μεσογειακή αναιμία, δρεπανοκυτταρική αναιμία ). Έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές που αφορούν τόσο σε βιοψία εμβρύου ή και ωαρίου. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την βιοψία των εμβρύων και προεμφυτευτική γενετική διάγνωση κυρίως σε γυναίκες προχωρημένης ηλικίας ή και γυναίκες οι οποίες έχουν ιστορικό πολλαπλών αποτυχημένων προσπαθειών εμφύτευσης ή και επαναλαμβανόμενων αποβολών. Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση του 2011 στην οποία αναφέρονται δεδομένα 10ετίας για τον προεμφυτευτικό έλεγχο από τα μεγάλα κέντρα παγκοσμίως και αφορούν σε ένα σύνολο 27,630 κύκλων η ένδειξη σε ποσοστό 61% ήταν για έλεγχο ανευπλοειδιων, 17% για μονογονιδιακά νοσήματα, 16% για χρωμοσωμικές ανωμαλίες, 4% για φυλετικά σχετιζόμενα νοσήματα και 2% για επιλογή φύλου για κοινωνικούς λόγους. Ο προεμφυτευτικός έλεγχος λοιπόν έχει καθιερωθεί στον χώρο της εξωσωματικής παγκοσμίως , θα πρέπει όμως να τονισθεί ότι χρειάζεται προσεκτική επιλογή των ζευγαριών στα οποία εφαρμόζεται χωρίς να γίνεται κατάχρηση.
Η γέννηση της ζωής στο εργαστήριο
Στο βίντεο που ακολουθεί θα παρακολουθήσετε πως φαίνονται σε πραγματικές συνθήκες, κάτω από το μικροσκόπιο του εμβρυολόγου, τα ωάρια, τα σπερματοζωάρια και τα έμβρυα. Θα δείτε πως γίνεται η επιλογή των καλύτερων σπερματοζωαρίων και η διαδικασία της γονιμοποίησης, καθώς και τα στάδια εξέλιξης των εμβρύων. Θα παρακολουθήσετε επίσης την απόσπαση ενός μόνο κυττάρου από το έμβρυο προκειμένου να γίνει ο προεμφυτευτικός έλεγχος.
Η κρυοσυντήρηση ωαρίων και εμβρύων αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της καθημερινής πρακτικής στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Η 1η εγκυμοσύνη και γέννηση από κατεψυγμένα έμβρυα αναφέρεται το 1983. Τα τελευταία χρόνια το ποσοστό προσπαθειών με κρυοσυντήρηση εμβρύων έχει αυξηθεί σημαντικά στην Ευρώπη (28-29% των κύκλων), μάλιστα σε μερικές χώρες (Ελβετία- Σουηδία) το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το 50%. Οι μέθοδοι κατάψυξης είναι 2:
- Η διαδικασία της αργής κατάψυξης (slow freezing)
- H υαλοποίηση ( vetrification)
Η “υαλοποίηση” έχει εξελιχθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία έτσι ώστε να χρησιμοποιείται σε μεγαλύτερο ποσοστό. Μάλιστα, σε πολύ γνωστά κέντρα αποτελεί και την μοναδική μέθοδο επιλογής. Όσο αφορά στην κατάψυξη ωαρίων ,μπορεί να γίνει είτε για ιατρικούς είτε κοινωνικούς λόγους , δίνοντας έτσι την δυνατότητα σε πολλές γυναίκες να διατηρήσουν την δυνατότητα αναπαραγωγής τους. Η κατάψυξη εμβρύων δίνει την δυνατότητα στα ζευγάρια να συντηρήσουν τα έμβρυα τους προκειμένου να σχεδιάσουν μια μελλοντική εγκυμοσύνη, ενώ για τους ειδικούς αποτελεί ένα σημαντικό πλέον όπλο στην αντιμετώπιση του συνδρόμου της υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Με την εφαρμογή της μεθόδου έχουν βελτιωθεί αρκετά οι συνθήκες κρυοσυντήρησης καθώς και τα ποσοστά επιτυχιών σε μελλοντική απόψυξη και χρήση των εμβρύων. Θα πρέπει να τονίσουμε δύο σημεία :
- Δεν υπάρχουν στατιστικά ιδιαίτερες διαφορές ως προς την επίτευξη εγκυμοσύνης είτε γίνει χρήση φρέσκων είτε κρυοσυντηρημένων εμβρύων.
- Μεγάλες και έγκαιρες μελέτες μέχρι τώρα δεν έχουν καταδείξει κάποιες αυξημένες επιπλοκές τόσο στις εγκυμοσύνες όσο και στα παιδιά που γεννιούνται από προσπάθειες εξωσωματικής όπου χρησιμοποιήθηκαν κρυοσυντηρημένα ωάρια ή έμβρυα.